×
διώρυγα/κανάλι/δίαυλος
@ GEMET Thesaurus
Broader Terms
BT
πλωτή οδός/υδατόρρευμα/υδαταγωγός/διάρρους
More specific terms
NT
αρδευτική τάφρος
NT
αστικά ύδατα